«Κόκκινο» Ανωτάτου στον νόμο για χρονομετρητές στα φώτα των καμερών
Αντισυνταγματικό έκρινε το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο τον νόμο που προέβλεπε την εγκατάσταση χρονόμετρων στα φώτα τροχαίας όπου λειτουργούν κάμερες του συστήματος φωτοεπισήμανσης.
Ο νόμος κατατέθηκε ως πρόταση από βουλευτές, εγκρίθηκε από τη Βουλή και στάλθηκε για υπογραφή στον Πρόεδρο, ο οποίος όμως τον ανέπεμψε, επικαλούμενος παραβίαση του Συντάγματος και ειδικά του Άρθρου 80.2, που απαγορεύει την κατάθεση πρότασης νόμου από βουλευτές αν αυτή συνεπάγεται οποιαδήποτε αύξηση δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού.
Η Βουλή, ωστόσο, επέμεινε στην έγκριση του νόμου, με τη θέση πως η εφαρμογή του δεν συνεπάγεται υποχρεωτικές δαπάνες αλλά αφήνει διακριτική ευχέρεια στην Εκτελεστική Εξουσία να εφαρμόσει ή όχι την πρόνοια, καθώς διαφορετικά απλώς αναστέλλεται η σχετική διάταξη.
Το Δικαστήριο, ερμηνεύοντας το Άρθρο 80.2, έκρινε ότι ο νόμος δημιουργεί θετική νομική υποχρέωση για το κράτος, αφού η εγκατάσταση των χρονομέτρων προϋποθέτει δαπανηρές παρεμβάσεις σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό και λογισμικό. Επομένως, συνεπάγεται αναπόφευκτη αύξηση εξόδων είτε στον τρέχοντα είτε σε μελλοντικό προϋπολογισμό, κάτι που απαγορεύεται όταν ο νόμος προέρχεται από κοινοβουλευτική πρόταση.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε πως ο Νόμος είναι αντίθετος με το Σύνταγμα και συγκεκριμένα με το Άρθρο 80.2 και, κατ’ επέκταση, και με το Άρθρο 179 που αφορά την υπεροχή του Συντάγματος. Δεν προχώρησε σε εξέταση άλλων ζητημάτων, όπως η Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, εφόσον η βασική αντίθεση ήταν επαρκής για να κριθεί ο νόμος ως μη συνταγματικός.
Αυτούσια η απόφαση:
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αιτείται τηνΓνωμάτευση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου για το κατάπόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «ο περί Τροχαίων Αδικημάτων(Χρήση Συσκευών Φωτοεπισήμανσης και ΄Αλλα ΣυναφήΘέματα)(Τροποποιητικός)(Αρ. 2) Νόμος του 2025» είναι αντίθετοςκαι ασύμφωνος με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας,ιδιαιτέρως τα ΄Αρθρα 54, 61, 80.2, 167 και 179 και την Αρχή τηςΔιάκρισης των Εξουσιών, από την οποίαν το Σύνταγμα διαπνέεται.
Ο υπό εξέταση Νόμος, ο οποίος κατατέθηκε ως πρόταση νόμου απόαριθμό βουλευτών, διαβιβάστηκε, μετά την ψήφισή του, στις13.3.25, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για έκδοση του διάδημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δυνάμειτου ΄Αρθρου 52 του Συντάγματος.
Ο Π.τ.Δ., ανέπεμψε, στις 31.3.25, στη Βουλή των Αντιπροσώπωνγια επανεξέταση το Νόμο, ασκώντας τις εξουσίες του δυνάμει του΄Αρθρου 51.1 του Σντάγματος. Λόγω επιμονής της Βουλής στηνπροηγούμενη απόφασή της και απόρριψης του αιτήματός του, οΠ.τ.Δ. καταχώρησε, δυνάμει του ΄Αρθρου 140 του Συντάγματος,την παρούσα Αναφορά.
Με το Βασικό περί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση ΣυσκευώνΦωτοεπισήμανσης και ΄Αλλα Συναφή Θέματα) Νόμο του 2001(Ν. 55(1)/2001), ποινικοποιήθηκε και επιτράπηκε η διά νόμουδίωξη προσώπων για τα οριζόμενα στο Νόμο τροχαία αδικήματα, ήτοιαδικήματα που αφορούν παράλειψη συμμόρφωσης οδηγών με φώτατροχαίας, παραβιάσεις του ορίου ταχύτητας καθώς και αυτόδηλααδικήματα (χρήση κινητού τηλεφώνου κατά την οδήγηση, μη χρήσηζώνης ασφαλείας κ.ά.), μέσω της εγκατάστασης και χρήσης συσκευώνφωτοεπισήμανσης για επίτευξη καταγραφής των παραβάσεων αυτών.
Με τον υπό Αναφορά Νόμο, επιδιώκεται η τροποποίηση τουβασικού, με την προσθήκη στο ΄Αρθρο 12 αυτού, αμέσως μετά τοεδάφιο (2), του ακόλουθου νέου εδαφίου:
«(3)(α) Σε περίπτωση τοποθέτησης και λειτουργίας συσκευώνφωτοεπισήμανσης με τις οποίες ελέγχεται η συμμόρφωσημε τους φωτεινούς σηματοδότες τροχαίας, τοποθετείται καιλειτουργεί επίσης χρονόμετρο αντίστροφης μέτρησης, με τοοποίο μετράται ο χρόνος ο οποίος απομένει μέχρι να σβήσειο πράσινος φωτεινός σηματοδότης τροχαίας και να ανάψει,διαδοχικά, ο πορτοκαλής και ο κόκκινος φωτεινόςσηματοδότης τροχαίας:
Νοείται ότι, η ως άνω λειτουργία του χρονομέτρουαντίστροφης μέτρησης αφορά και στην περίπτωση τηςστροφής προς τα δεξιά με απεικόνιση πράσινου βέλους.
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν καταστεί δυνατή, εντόςέξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος τουπερί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση ΣυσκευώνΦωτοεπισήμανσης και ΄Αλλα Συναφή Θέματα)(Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2025 η τοποθέτηση καιλειτουργία χρονομέτρων αντίστροφης μέτρησης δυνάμει τωνδιατάξεων της πιο πάνω παραγράφου (α), η εφαρμογή τωνδιατάξεων της παραγράφου (α) του άρθρου 3 για τηνπαράλειψη συμμόρφωσης σχετικά με φώτα τροχαίας,αναστέλλεται έως την τοποθέτηση και λειτουργία των εν λόγωχρονομέτρων.»
Η θέση του Αιτητή, όπως αυτή αναπτύχθηκε από την εκπρόσωποτης Νομικής Υπηρεσίας, έχει ως κεντρικό σημείο αναφοράς, τηνπαραβίαση του ΄Αρθρου 80.2 του Σντάγματος και την Αρχή τηςΔιάκρισης των Εξουσιών, με δεδομένο πως, για την εγκατάστασηχρονομέτρων, χρειάζονται επιπρόσθετες πιστώσεις και δαπάνες καισυνεπαγόμενη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Πέραντούτου, προβάλλεται κατάφωρη και αυταπόδεικτη επέμβαση τηςΝομοθετικής Εξουσίας στη διοικητική λειτουργία της ΕκτελεστικήςΕξουσίας, καθώς αποτελεί ζήτημα για το οποίο η ΕκτελεστικήΕξουσία έχει τις τεχνικές γνώσεις, την αρμοδιότητα και τηντεχνολογία που απαιτείται για υλοποίηση τέτοιου έργου.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ΄ ης η αίτηση, υπέδειξε πως ηΒουλή διατηρούσε το απόλυτο δικαίωμα και/ή την εξουσία νατροποποιήσει και αναθεωρήσει το Βασικό Νόμο ο οποίος είναισύμφωνος και συμβατός με το Σύνταγμα και την Αρχή της Διάκρισηςτων Εξουσιών. Υπέδειξε πως η αρμοδιότητα της Βουλής να θεσμοθετείκαι να τροποποιεί τα νομοθετήματα που ψήφισε είναι ευρεία και,όπως τέθηκε στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής τωνΑντιπροσώπων, Αναφορά Αρ. 4/24, ημερ. 13.11.2024, είναι«δεδομένη» η «κυριαρχία της Βουλής» επί των νομοθετημάτων πουψηφίζει. Προέβαλε, ως προς το ΄Αρθρο 80.2, ότι δεν τίθεται ζήτημαεπιβάρυνσης του προϋπολογισμού, αφού εναπόκειται στηνΕκτελεστική Εξουσία η επιλογή να μην προχωρήσει στηνεγκατάσταση των χρονομέτρων, με επακόλουθο, «απλούστατα», ωςτίθεται, την αναστολή των διατάξεων του βασικού Νόμου μετά τηνπάροδο των έξι μηνών από της δημοσίευσης του υπό ΑναφοράΝόμου.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, μέσω της εξουσίας που τουπαρέχει το ΄Αρθρο 140 του Σντάγματος, οφείλει, αφ΄ ης στιγμήςζητείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να εκφράσει τη γνώμητου υπό μορφή επίσημης γνωμοδότησης και δη προληπτικά, κατάπόσον μια Νομοθεσία – ανεξάρτητα από τις προθέσεις και τα κίνητρατων συντακτών της - συνάδει με το Σύνταγμα και τις θεμελιώδεις τουαρχές (Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής τωνΑντιπροσώπων (Αρ. 2) (1989) 3 ΑΑΔ 1490).
Το ΄Αρθρο 80.2 του Σντάγματος απαγορεύει την υποβολήπρότασης νόμου συνεπαγόμενη αύξηση των προβλεπομένων από τονπροϋπολογισμό εξόδων. Είτε του τρέχοντος, είτε, του μελλοντικούπροϋπολογισμού.
Στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής τωνΑντιπροσώπων, Αναφορά 5/2021, ημερ. 20.7.2022, λέχθηκαντα ακόλουθα, με υιοθέτηση της Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν.Βουλής των Αντιπροσώπων (2011) 3 ΑΑΔ 72:
«… το Ανώτατο Δικαστήριο, καλούμενο να ερμηνεύσει τη φράση«αύξησιν των υπό του προϋπολογισμού προβλεπομένων εξόδων», ωςαυτή εντοπίζεται στο Άρθρο 80.2 του Σντάγματος, γνωμάτευσεότι η συνταγματική αυτή πρόνοια δεν καλύπτει μόνο επηρεασμότου υφιστάμενου προϋπολογισμού, αλλά αφορά τον εκάστοτεεπηρεαζόμενο προϋπολογισμό και, κατά συνέπεια, κρίθηκε πως ηπρόνοια του Άρθρου 80.2 του Σντάγματος αποκλείει νόμο πουπροέρχεται από πρόταση βουλευτή και συνεπάγεται την αύξησητων εξόδων οποιουδήποτε προϋπολογισμού, είτε του τρέχοντος, είτεμελλοντικών. Ανάλογη ήταν και η Γνωμάτευση του ΑνωτάτουΔικαστηρίου στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής τωνΑντιπροσώπων (1990) 3 ΑΑΔ 4435.»
Η ερμηνεία δε που αποδίδεται στον όρο «συνεπαγόμενη» στο΄Αρθρο 80.2, καλύπτει προτάσεις Νόμου οι οποίες καθιστούναναπόφευκτη την αύξηση των δαπανών που προβλέπει οπροϋπολογισμός (Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής τωνΑντιπροσώπων (Αρ. 1) (1995) 3 ΑΑΔ 462).
Στην ίδια Γνωμάτευση στην Αναφορά 5/21 (ανωτέρω)επαναλήφθηκε ότι «… νόμος, ο οποίος επαυξάνει τις χρηματικέςυποχρεώσεις του κράτους προς τους πολίτες, συνεπάγεται αναπόφευκτααύξηση των δαπανών του προϋπολογισμού, εφόσον για τηναντιμετώπισή τους, χρειάζονται πρόσθετες πιστώσεις.».
Στην προκείμενη περίπτωση, η υποχρέωση του κράτους γιατοποθέτηση χρονομέτρων αντίστροφης μέτρησης στα φώτα τροχαίαςόπου λειτουργούν συσκευές φωτοεπισήμανσης, θα επιφέρει,αναπόδραστα, πρόσθετες δαπάνες και χρεώσεις. Καθώς, για νακαταστεί αυτό δυνατό – όπως και αναλυτικά επεξηγήθηκε από τουςκαθ΄ ύλην αρμόδιους σε συνεδρία της Κοινοβουλευτικής ΕπιτροπήςΜεταφορών, Επικοινωνιών και ΄Εργων - θα απαιτηθεί πρόσθετοςεξοπλισμός, αλλαγή ή τοποθέτηση καλωδίων, μετατροπή τουλογισμικού συστήματος και των υφιστάμενων φώτων τροχαίας.
Με τον δέοντα σεβασμό, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η προσέγγισητης Καθ΄ ης η αίτηση, σύμφωνα με την οποία δεν τίθεται ζήτημααύξησης των δαπανών, αφού μετά την πάροδο των έξι μηνών θαεπέλθει, ως μόνη συνέπεια, η αναστολή των προνοιών του βασικούΝόμου. Δεν είναι ζήτημα επιλογής της Εκτελεστικής Εξουσίας, αλλάυποχρέωση συμμόρφωσής της με τον υπό Αναφορά Νόμο, ηδημοσίευση του οποίου, ως ήδη λέχθηκε, συνεπάγεται την αύξησητων προβλεπομένων από τον προϋπολογισμό εξόδων.
Οι επικληθείσες γνωματεύσεις από τον ευπαίδευτο συνήγορο τηςΒουλής, όπως μεταξύ άλλων η Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν.Βουλής των Αντιπροσώπων, Αναφορά 2/2023, ημερ. 26.9.2023και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων(1996) 3 ΑΑΔ 462, δεν συνηγορούν υπέρ της θέσης του. Σε αντίθεσημε την κρινόμενη περίπτωση - όπου δημιουργείται νομική και θετικήυποχρέωση για το κράτος να προβεί σε συγκεκριμένες δαπάνες - ηπιο πάνω, πρώτη Γνωμάτευση, αφορούσε ζήτημα διενέργειαςστατικότητας ακινήτων τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας, όπου ηαμοιβή για καταρτισμό της θα διενεργείτο από συγκεκριμένο Ταμείο,η δε δεύτερη, αφορούσε επέκταση υποστατικών στα οποία ο κάτοχόςτους θα είχε την ευθύνη τήρησης συνθηκών ασφαλείας και υγείας.Κρίθηκε, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ότι δεν συνεπαγόταν ευθύνητου κράτους και αύξηση δαπανών κατά τρόπο ασύμβατο προς το΄Αρθρο 80.2 του Σντάγματος.
Ενόψει της κατάληξής μας ως προς την ασυμβατότητα του υπόΑναφορά Νόμου με το ΄Αρθρο 80.2 του Σντάγματος, παρέλκει ηεξέτασή του υπό το πρίσμα των λοιπών άρθρων του Σντάγματος καιτης Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών.
Γνωματεύουμε ότι ο υπό Αναφορά Νόμος είναι αντίθετος καιασύμφωνος προς τις διατάξεις του ΄Αρθρου 80.2 τουΣντάγματος και, κατά προέκταση, βρίσκεται σε αντίθεση καιπρος το ΄Αρθρο 179 του Σντάγματος.
Η Γνωμάτευση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίουκοινοποιείται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή.
Διαβάστε επίσης: Κινητές κάμερες: Πρόταση για δημοσιοποίηση περιοχών-Αντιδράσεις από Αστυνομία