Έρευνα ΚΥΠΕ: Εμπόδια και περίπλοκοι φάκελοι φρενάρουν έρευνες για ΚΕΠ
Πέντε χρόνια μετά την κατάργηση του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ) και την έναρξη ερευνών για δεκάδες περιπτώσεις ύποπτων πολιτογραφήσεων, η Κύπρος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις συνέπειες ενός σκανδάλου, που στιγμάτισε τη διεθνή εικόνα της, με τις αρχές να προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι μιας πολυετούς, πολύπλοκης και διακρατικής υπόθεσης, που άφησε πίσω της βαρύ θεσμικό αποτύπωμα.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: 195 υποθέσεις ενώπιων των Αρχών, 26 πρόσωπα ενώπιον της Δικαιοσύνης, δεκάδες επενδυτές και εταιρείες εμπλεκόμενοι και χρονοβόρες διαδικασίες, που σε αρκετές περιπτώσεις φτάνουν έως και τα τέσσερα χρόνια.
Όπως προκύπτει, μέσα από έρευνα που διενήργησε το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Κύπρος φέρεται να παραχώρησε υπηκοότητες με ανύπαρκτους ελέγχους, ενώ οι θεσμοί σε κρίσιμες φάσεις απέτυχαν να λειτουργήσουν προληπτικά ή αποτρεπτικά.
Η διεθνής εικόνα της χώρας υπέστη πλήγμα με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην αξιοπιστία της κυπριακής πολιτείας, ενώ οι Αρχές βρίσκονται αυτή τη στιγμή αντιμέτωπες με έναν όγκο πληροφοριών και μαρτυρικού υλικού, που απαιτεί απόλυτη νομική ακρίβεια και διακρατική συνεργασία.
Στο μικροσκόπιο 195 υποθέσεις – 26 πρόσωπα ήδη ενώπιον Δικαιοσύνης
Επίσημες πηγές ανέφεραν στο ΚΥΠΕ ότι 195 υποθέσεις, που συνδέονται με πολιτογραφήσεις μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, εξετάστηκαν μετά το 2021.
Από αυτές, μόλις επτά έχουν ολοκληρωθεί ερευνητικά, ενώ μόνο τέσσερις οδηγήθηκαν σε ποινική δίωξη. Η μία εξ αυτών «έπεσε» ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λάρνακας και όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.
Το υπόλοιπο υλικό, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, παραμένει «καθηλωμένο» στα συρτάρια των Αρχών, αφού αντιμετωπίζει δυσκολίες στη διερεύνηση, αλλά και διεθνή εμπόδια.
28 υποθέσεις στο Αρχείο – Εκατοντάδες τα εμπλεκόμενα πρόσωπα
Μιλώντας στο ΚΥΠΕ, η εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Κυριακή Λαμπριανίδου, ανέφερε ότι «από το σύνολο των 195 υποθέσεων, 28 έχουν ήδη διερευνηθεί και διαβιβαστεί στη Νομική Υπηρεσία», η οποία όπως είπε «έδωσε οδηγίες για αρχειοθέτησή τους, καθώς δεν προέκυψε οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα».
Σύμφωνα με την κ. Λαμπριανίδου, ενώπιον της Αστυνομίας καταγγέλθηκαν συνολικά 195 υποθέσεις, που σχετίζονται με πολιτογραφήσεις, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ενδελεχούς διερεύνησης, με ορισμένες να έχουν ήδη οδηγηθεί στη Νομική Υπηρεσία, ενώ άλλες παραμένουν σε εκκρεμότητα, λόγω της πολυπλοκότητας και της διασυνοριακής τους διάστασης.
Επεσήμανε πως ένας αριθμός υποθέσεων εκκρεμεί ενώπιον Δικαστηρίου, ενώ κάποιες άλλες έχουν ήδη εκδικαστεί και για αυτές έχει ασκηθεί έφεση από τον Γενικό Εισαγγελέα.
Όπως διευκρίνισε, «πρόκειται για περίπλοκες υποθέσεις, με μεγάλο όγκο εγγράφων και πληροφοριακού υλικού», για να προσθέσει ότι «σε πολλές περιπτώσεις απαιτείται συλλογή στοιχείων για πολλαπλούς επενδυτές ανά υπόθεση, φτάνοντας ακόμη και τους 30 επενδυτές σε μία μόνο καταγγελία».
«Αυτό σημαίνει πως, αν και οι υποθέσεις αριθμούνται σε 195, ο συνολικός αριθμός φυσικών προσώπων και εμπλεκόμενων εταιρειών είναι πολύ μεγαλύτερος», διευκρίνισε.
Διακρατικά εμπόδια και καθυστερήσεις
Επίσης, η εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, ανέφερε ότι «η φύση των υποθέσεων αυτών επιβάλλει τη διαβίβαση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής σε τρίτες χώρες, κυρίως ασιατικές, όπου εντοπίζεται σημαντικό μέρος των επενδυτών», ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια «οι αρχές των χωρών αυτών δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα της Αστυνομίας, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται καθυστερήσεις, που φτάνουν έως και τα τέσσερα χρόνια».
«Η Αστυνομία, σε μια προσπάθεια επίσπευσης των διαδικασιών, προχωρά στην αποστολή υπενθυμητικών υπομνημάτων, όμως, τα εμπόδια παραμένουν», σημείωσε.
Η κ. Λαμπριανίδου ανέφερε ακόμα ότι «η πολυπλοκότητα των φακέλων απαιτεί εξειδίκευση και συνεχή νομική υποστήριξη, ώστε να διασφαλίζεται η αρτιότητα των ανακριτικών διαδικασιών και η ορθή αξιολόγηση των στοιχείων».
Σημειώνεται ότι την ομάδα πολιτογραφήσεων απαρτίζουν πέντε έμπειροι ανακριτές του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος, οι οποίοι βρίσκονται σε συνεχή συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία.
Υπό τη στενή παρακολούθηση της Νομικής Υπηρεσίας οι έρευνες
Το ΚΥΠΕ επικοινώνησε με τη Νομική Υπηρεσία, εκπρόσωπος της οποίας ανέφερε ότι «παρακολουθείται στενά» η πρόοδος των ερευνών, με την Υπηρεσία να συμμετέχει σε τακτικές συναντήσεις με την Αστυνομία, παρέχοντας νομική στήριξη και δίνοντας οδηγίες για τη διαχείριση των υποθέσεων.
Όπως ανέφερε, η ποινική διερεύνηση για υποθέσεις, που σχετίζονται με τις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών μέσω του ΚΕΠ είναι σε εξέλιξη με τη συνδρομή της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας προς την Αστυνομία.
«Η Νομική Υπηρεσία απέστειλε αυτούσια όλα τα σχετικά πορίσματα της Επιτροπής Νικολάτου, της Επιτροπής Καλογήρου, καθώς και τις εκθέσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, δίνοντας οδηγίες για ποινική διερεύνηση ενδεχόμενων αδικημάτων», ανέφερε.
Εξάλλου, η Νομική Υπηρεσία τόνισε ότι για να οδηγηθεί οποιαδήποτε υπόθεση στο Δικαστήριο, θα πρέπει πρώτα να έχει ολοκληρωθεί η αστυνομική διερεύνηση και να αξιολογηθεί το υλικό από την ίδια.
Σύμφωνα με τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, συνολικά και μέχρι στιγμής έχουν καταχωρίσει ποινικές υποθέσεις εναντίον 26 φυσικών και νομικών προσώπων, τα οποία κατηγορούνται ότι διέπραξαν ποινικά αδικήματα, σε σχέση με υποθέσεις που αφορούν στις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος.
Η Κύπρος στο επίκεντρο ενός διεθνούς σκανδάλου
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κυπριακό Επενδυτικό πρόγραμμα, το οποίο εισήχθη το 2007, καταργήθηκε τον Νοέμβριο του 2020, αφού η Κύπρος βρέθηκε στο επίκεντρο ενός διεθνούς σκανδάλου, μετά τη δημοσιογραφική αποκάλυψη του Al Jazeera σχετικά με το πρόγραμμα.
Το εν λόγω πρόγραμμα προέβλεπε την παραχώρηση κυπριακής υπηκοότητας σε υπηκόους τρίτων χωρών, που επένδυαν τουλάχιστον δύο εκατομμύρια ευρώ σε ακίνητα, επιχειρήσεις ή κρατικά ομόλογα.
Το βίντεο, που έδωσε τότε στη δημοσιότητα το δημοσιογραφικό δίκτυο Al Jazeera, έκανε λόγο για σοβαρές παρατυπίες, διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας.
Εξάλλου, τα πορίσματα των Επιτροπών Νικολάτου και Καλογήρου είχαν καταδείξει ότι το 53% των πολιτογραφήσεων που έγιναν, δεν συμμορφώνονταν με τα κριτήρια που είχαν θεσπιστεί, ενώ η διαδικασία ήταν συχνά ελλιπής και χωρίς επαρκείς ελέγχους.
Σύμφωνα με τα πορίσματα, πολλοί κάτοχοι κυπριακής υπηκοότητας δεν πληρούσαν τα απαιτούμενα κριτήρια.
«Αποτυχία εποπτείας, όχι του σχεδιασμού», λέει η Καλογήρου
Μια αποκαλυπτική αποτίμηση της διαχείρισης του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ) έκανε στο ΚΥΠΕ η τότε Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Δήμητρα Καλογήρου, η οποία προήδρευσε της Ad Hoc Τριμελούς Επιτροπής που ερεύνησε το θέμα των πολιτογραφήσεων και στη συνέχεια διορίστηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα, Γιώργο Σαββίδη, στην Ερευνητική Επιτροπή που συστάθηκε με σκοπό τη διερεύνηση όλων των περιπτώσεων των κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεων αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών.
Η κ. Καλογήρου υπογραμμίζει τόσο τις θεσμικές ανεπάρκειες, όσο και τις σοβαρές συνέπειες που αυτές προκάλεσαν.
Σε δηλώσεις της στο Πρακτορείο αναφέρθηκε σε πτυχές των δύο πορισμάτων (πόρισμα Καλογήρου το 2020 και πόρισμα Νικολάτου 2021), καταδεικνύοντας την έκταση και το βάθος των παρατυπιών.
53% εκτός νομικού πλαισίου
Όπως τόνισε η κ. Καλογήρου, το πόρισμα Νικολάτου εξέτασε όλες τις πολιτογραφήσεις φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που πολιτογραφήθηκαν εκτός νομικού πλαισίου, κυρίως συγγενικά πρόσωπα επενδυτών (σύζυγοι, παιδιά ανήλικα και ενήλικα).
Όπως είπε, το 53% των 6.700 πολιτογραφήσεων αφορούσε τέτοιες περιπτώσεις, δηλαδή παιδιά -ενήλικα και ανήλικα – που πολιτογραφήθηκαν εκτός νομικού πλαισίου.
«Τα υπόλοιπα ήταν πράγματι επενδυτές, αλλά περίπου το 10% εξ αυτών, θεωρούνταν υψηλού κινδύνου, με ιστορικό που ενίοτε περιλάμβανε ποινικά αδικήματα, καταδίκες ή διεθνή καταζητούμενα πρόσωπα», σημείωσε.
Σε ερώτηση για τη διαχείριση από την πολιτεία μετά τα πορίσματα, η κ. Καλογήρου επεσήμανε ότι αναμένονταν αποστερήσεις υπηκοοτήτων. «Αν και κάποιες έγιναν, δεν υπήρξε πλήρης διαφάνεια για το ποιες και πόσες ήταν αυτές», είπε.
Παράλληλα, υπογράμμισε πως η Επιτροπή είχε καταδείξει περιπτώσεις στις οποίες η υπηκοότητα θα έπρεπε να ανακληθεί, όπως σε επενδυτές που είχαν δώσει ψευδείς δηλώσεις ή είχαν καταδίκες ή ήταν καταζητούμενοι σε διεθνές επίπεδο.
«Δεν μπορούμε να έχουμε τέτοιους επενδυτές στην Κύπρο. Το διαβατήριο της Κύπρου είναι και διαβατήριο της ΕΕ. Αν αυτοί κυκλοφορούν ελεύθερα στην Ευρώπη, είναι θέμα ασφάλειας και αξιοπιστίας», εξήγησε.
Αναφορικά στην ποινική διάσταση, η κ. Καλογήρου επιβεβαίωσε ότι κάποιες υποθέσεις οδηγήθηκαν στα δικαστήρια, όμως, σημείωσε ότι αρκετές δεν προχώρησαν λόγω δυσκολιών στην απόδειξη των αδικημάτων. «Δεν είναι εύκολο με τον ποινικό κώδικα που έχουμε. Απαιτείται εκτεταμένη διερεύνηση», ανέφερε.
Κακοδιαχείριση, όχι λάθος σχεδιασμός
Σύμφωνα με τη Δήμητρα Καλογήρου, το ΚΕΠ δεν ήταν εξαρχής ένα κακό πρόγραμμα, αντίθετα, το χαρακτήρισε ως μια «αναγκαία παρέμβαση» μετά το bail-in του 2013, όταν οι τράπεζες αδυνατούσαν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
«Το πρόβλημα δεν ήταν το πρόγραμμα, αλλά η παντελής έλλειψη εποπτείας», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι εκεί δημιουργήθηκε το έδαφος για τις παρατυπίες.
Καταλήγοντας, η κ. Καλογήρου τόνισε πως οποιοδήποτε επενδυτικό σχήμα δημιουργηθεί στο μέλλον πρέπει να συνοδεύεται από «ισχυρή εποπτεία». «Δεν μπορείς να προσελκύεις επενδυτές, χωρίς να έχεις σαφή και αυστηρό εποπτικό μηχανισμό. Αλλιώς, θα δούμε ξανά τα ίδια φαινόμενα», δήλωσε.
Συνολικά 306 πρόσωπα στερήθηκαν την κυπριακή υπηκοότητα – Αναλυτικά τα στοιχεία του ΥΠΕΣ
Εξάλλου, αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία, που δίνει στη δημοσιότητα το Υπουργείο Εσωτερικών, αναφορικά με τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου για αποστέρηση της κυπριακής υπηκοότητας σε επενδυτές και μέλη των οικογενειών τους, οι οποίοι πολιτογραφήθηκαν μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ).
Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα, τα οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, από τον Μάρτιο του 2023 μέχρι σήμερα 28 αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου αφορούσαν 28 επενδυτές και 68 εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών τους.
Ο συνολικός αριθμός των προσώπων, για τα οποία αποφασίστηκε αποστέρηση της κυπριακής υπηκοότητας την εν λόγω περίοδο ανέρχεται σε 96, ενώ από αυτούς, η διαδικασία αποστέρησης έχει ολοκληρωθεί για 5 επενδυτές και 10 μέλη των οικογενειών τους.
Παράλληλα, για την ίδια περίοδο, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την έκδοση Διατάγματος Στέρησης για άλλα 69 πρόσωπα (17 επενδυτές και 52 μέλη οικογενειών), για τα οποία η αρχική απόφαση είχε ληφθεί μεταξύ 2021-2023.
Όπως αναφέρουν τα στοιχεία, συνολικά το Υπουργικό Συμβούλιο έχει αποφασίσει την αποστέρηση της κυπριακής υπηκοότητας για 306 πρόσωπα, δηλαδή 88 επενδυτές και 218 μέλη οικογενειών.
Από αυτούς, η διαδικασία έχει ολοκληρωθεί για 112 πρόσωπα (33 επενδυτές και 79 μέλη οικογένειας), με την έκδοση Διατάγματος Στέρησης, την ακύρωση των διαβατηρίων και ταυτοτήτων τους.
Σημειώνεται ότι η διαδικασία αποστέρησης βασίζεται στο άρθρο 113 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου 141(Ι)/2002. Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει τη δυνατότητα, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να εκδώσει Διάταγμα Στέρησης υπηκοότητας για πρόσωπα που έχουν πολιτογραφηθεί.
Πριν την τελική απόφαση, το επηρεαζόμενο πρόσωπο ενημερώνεται γραπτώς για τους λόγους στέρησης και έχει το δικαίωμα να υποβάλει ένσταση στην Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας.
Η Επιτροπή αξιολογεί τα δεδομένα και υποβάλλει αιτιολογημένη γνωμοδότηση στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο εξετάζει την εισήγησή της πριν εκδώσει το τελικό διάταγμα στέρησης.
Σε ποινική δίωξη μόνο 4 υποθέσεις
Τέσσερις υποθέσεις, που συνδέονται με πολιτογραφήσεις μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, οδηγήθηκαν ενώπιον της Δικαιοσύνης, με την μία εξ αυτών να «πέφτει» στο κενό.
Πρόκειται για υπόθεση με οκτώ κατηγορούμενους, ανάμεσά τους και δικηγόρος, η δικηγορική του εταιρεία και εταιρείες παροχής διοικητικών υπηρεσιών.
Παρά την αρχική αθώωση των κατηγορουμένων από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας το 2022, ο Γενικός Εισαγγελέας κατέθεσε έφεση, η οποία έγινε δεκτή από το Εφετείο στις 27 Φεβρουαρίου του 2025, διατάσσοντας την επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Οι κατηγορίες περιλαμβάνουν πλαστογραφία, παροχή ψευδών πληροφοριών και νομιμοποίηση εσόδων.
Η εν λόγω υπόθεση είχε καταχωριστεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στις 14 Μαΐου του 2021 και βασίστηκε στο πόρισμα της Έκθεσης, που ετοίμασε η Ad Hoc Τριμελής Επιτροπή Καλογήρου.
Παρά τα ευρήματα της ad hoc Επιτροπής Καλογήρου, για την πολιτογράφηση τριών Ιρανών, που φέρονταν να παρουσίασαν στις Αρχές ψευδή στοιχεία, η υπόθεση «έπεσε» ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λάρνακας και όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.
Σε σχέση με τους τρεις Ιρανούς, που φέρονταν να έλαβαν κυπριακή υπηκοότητα μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος παρουσιάζοντας στις Αρχές ψευδή στοιχεία ταυτότητας, αν και δόθηκαν οδηγίες για ποινική δίωξή τους, τελικά δεν οδηγήθηκαν ποτέ ενώπιον της Δικαιοσύνης, αφού δεν έγινε κατορθωτό να εντοπιστούν.
Σε εξέλιξη οι δίκες πρώην πολιτειακών αξιωματούχων
Ενώπιον της Δικαιοσύνης, βρίσκεται ακόμα μια μεγάλη υπόθεση για την οποία στο εδώλιο βρίσκεται και ο πρώην Υπουργός Μεταφορών, Μάριος Δημητριάδης.
Συνολικά δέκα πρόσωπα, οχτώ φυσικά και δύο νομικά, αντιμετωπίζουν 59 κατηγορίες, που αφορούν επηρεασμό, δωροδοκία, δεκασμό, συνωμοσία προς καταδολίευση, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αλλά και παραβίαση σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για ποινικοποίηση της διαφθοράς.
Η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη. Η υπόθεση καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στις 27 Σεπτεμβρίου του 2024.
Μια άλλη ποινική υπόθεση, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη και αφορά τόσο στο ρεπορτάζ του δημοσιογραφικού δικτύου Al Jazeera, όσο και σε γεγονότα στο πλαίσιο των κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεων αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών, στη βάση του πορίσματος που ετοίμασε η Επιτροπή Νικολάτου, είναι αυτή με κατηγορούμενους τον πρώην Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Δημήτρη Συλλούρη και τον πρώην Βουλευτή του ΑΚΕΛ, Χριστάκη Τζιοβάνη.
Στις 30 Ιουλίου του 2025, το Δικαστήριο έκρινε ότι έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως η υπόθεση εναντίον των κατηγορουμένων, οι οποίοι κλήθηκαν να απαντήσουν στις κατηγορίες.
Η διαδικασία μαρτυρίας της υπεράσπισης αρχίζει στις 9 Σεπτεμβρίου του 2025.
Σημειώνεται πως ο δικηγόρος Αντρέας Πιττάτζιης και ο εκ των διευθυντικών στελεχών της εταιρείας του κ. Τζιοβάνη, Αντώνης Αντωνίου, οι οποίοι ήταν εκ των κατηγορουμένων στην υπόθεση, απαλλάχθηκαν από το κατηγορητήριο.
Η έρευνα στην εν λόγω υπόθεση ξεκίνησε μετά τη δημοσιογραφική αποκάλυψη του Al Jazeera το 2020.
Εξάλλου, στις 23 Ιανουαρίου του 2025 εκδόθηκε η αθωωτική απόφαση για τις συνθήκες πολιτογράφησης της οικογένειας Σάλεμ, ενώ καταδίκη υπήρξε μόνο για φορολογικά ζητήματα του κατασκευαστή.
Η εν λόγω υπόθεση απασχολούσε τις διωκτικές Αρχές από το 2021.
Σε αυτή την υπόθεση κατηγορούνται τέσσερα φυσικά και τρία νομικά πρόσωπα, περιλαμβανομένων επιχειρηματία ανάπτυξης γης και δικηγόρων.
Το Δικαστήριο έκρινε ένοχο τον επιχειρηματία και την εταιρεία του για μη καταβολή ΦΠΑ, επιβάλλοντας ποινή φυλάκισης 18 μηνών με αναστολή και χρηματικό πρόστιμο, αντίστοιχα. Οι υπόλοιποι αθωώθηκαν.
Ο Γενικός Εισαγγελέας κατέθεσε έφεση για την αθώωση πέντε προσώπων καθώς και για τις επιβληθείσες ποινές.
Πηγή: ΚΥΠΕ