Μιχαηλίδου για καταβολή ΕΕΕ: Παραβιάζονται δικαιώματα παιδιών με αναπηρία
newsare.net
Η Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας (ΥΔΕΠ) προέβη σε ενέργειες για τη μεταχείριση των αιτήσεων που υποβάλλονται από τον Ιανουάριο 2024,Μιχαηλίδου για καταβολή ΕΕΕ: Παραβιάζονται δικαιώματα παιδιών με αναπηρία
Η Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας (ΥΔΕΠ) προέβη σε ενέργειες για τη μεταχείριση των αιτήσεων που υποβάλλονται από τον Ιανουάριο 2024, για παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (Ε.Ε.Ε.) σε παιδιά με αναπηρία, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας, ωστόσο, αρνείται πεισματικά την αναγνώριση της δικής της ευθύνης για την ενημέρωση του αιτητή για την υποβολή των απαιτούμενων παραστατικών, καθώς και την καταβολή των αναδρομικών στο πλαίσιο αυτής της αναγνώρισης, παραβιάζοντας αρχές της Χρηστής Διοίκησης, αλλά και τα δικαιώματα των παιδιών με αναπηρία, αποφαίνεται με πόρισμα η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Δέσπω Μιχαηλίδου. Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση Τύπου, στο πόρισμα η Επίτροπος πραγματεύεται την καθυστέρηση που παρατηρείται στην εξέταση της αίτησης για παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (Ε.Ε.Ε.) σε παιδιά με αναπηρία, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας. Eξέτασε έξι περιπτώσεις παιδιών, στις οποίες, διαφαίνεται - όπως προσθέτει - ότι η αρμόδια Αρχή, μετά την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος, ζητά από τις οικογένειες των παιδιών την υποβολή ουσιωδών ή επιπρόσθετων εγγράφων για τον έλεγχο των προϋποθέσεων της νομοθεσίας και στη συνέχεια, αρνείται την καταβολή αναδρομικών στα παιδιά αυτά, δεδομένου ότι η αίτηση θεωρείται ελλιπής έως ότου οι οικογένειες υποβάλουν τα επιπλέον έγγραφα. Η Επίτροπος παρατηρεί ότι η άρνηση καταβολής των αναδρομικών στις περιπτώσεις παιδιών με αναπηρία οφείλει να αξιολογείται στο ιδιαίτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα, καθώς τα συγκεκριμένα χρηματικά ποσά αξιοποιούνται από τις οικογένειες για την κάλυψη θεραπειών, οι οποίες συχνά υπερβαίνουν τον αριθμό που προβλέπεται από το δημόσιο σύστημα, το οποίο παρέχει περιορισμένο και όχι εξατομικευμένο φάσμα παρεμβάσεων. Αναφέροντας περαιτέρω ότι το εκτεταμένο χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εξέταση αιτήσεων για την παροχή του Ε.Ε.Ε. σε παιδιά με αναπηρία και η άρνηση εκ μέρους της αρμόδιας Αρχής για καταβολή αναδρομικών στους δικαιούχους, συνιστούν ένα ζήτημα το οποίο απασχολεί το Γραφείο της διαχρονικά και κατά διαστήματα. Το ζήτημα αυτό είχε αναδειχθεί στο παρελθόν με Πόρισμα επί του θέματος, στη βάση του οποίου υπήρξε η γραπτή διαβεβαίωση της αρμόδιας Αρχής ότι λόγω του αναπτυξιακού σταδίου στο οποίο βρίσκονται τα παιδιά με αναπηρία, θα δίνεται προτεραιότητα στη διεκπεραίωση της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής τους, προσθέτει. Σημειώνει ότι από το 2017 έως και το 2022 ήταν ελάχιστες οι περιπτώσεις που έφθασαν ενώπιόν της και αφορούσαν καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης ή τη μη καταβολή των αναδρομικών, ενώ στις εξαιρετικές περιπτώσεις που υπήρχε καθυστέρηση, η αρμόδια Αρχή προέβαινε στις δέουσες ενέργειες μετά από ενημέρωσή της. Αναφέρει ότι από το 2024 και έπειτα ξεκίνησε να λαμβάνει παράπονα που αφορούσαν τις διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων παιδιών με αναπηρία, οι οποίες υποβλήθηκαν από το 2022 και έπειτα. Ειδικότερα, υποβλήθηκαν έξι παράπονα οικογενειών που έχουν ως κοινό κύριο ζήτημα τη μη καταβολή αναδρομικών, στη βάση του μεγάλου χρονικού διαστήματος που χρειάστηκε για την αξιολόγηση των αιτήσεών τους, το οποίο διήρκησε σε όλες τις περιπτώσεις από 6 μέχρι 18 μήνες, συνεχίζει. Προσθέτει ότι για το θέμα αρχικά απέστειλε επιστολή προς την αρμόδια Αρχή για την περίπτωση ενός παιδιού, ημερομηνίας 10/09/2024. Στην απάντηση που έλαβε για τη συγκεκριμένη περίπτωση, ημερομηνίας 16/09/2024, έγινε αναφορά στο διάταγμα Κ.Δ.Π. 363/2022 που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 36 του Νόμου και συγκεκριμένα στη διάταξη ως προς το πότε θεωρείται ότι υποβάλλεται πλήρης αίτηση, υπογραμμίζοντας ότι «κάθε αίτηση που υποβάλλεται θεωρείται ως υποβληθείσα για τους σκοπούς της Νομοθεσίας μόνο εφόσον έχει συμπληρωθεί πλήρως και συνοδεύεται από όλα τα απαραίτητα παραστατικά. Νοείται ότι, σε περίπτωση υποβολής αίτησης, η οποία δεν είναι πλήρως και ορθά συμπληρωμένη ή και δεν συνοδεύεται από όλα τα απαραίτητα παραστατικά, ο αιτητής ενημερώνεται γραπτώς για τις ελλείψεις που διαπιστώθηκαν ή και τα παραστατικά που χρειάζεται να προσκομισθούν και συνεπώς, η αίτηση του παραπονούμενου θεωρείται ως υποβληθείσα όταν προσκομίσει τα απαραίτητα έγγραφα και όχι η ημερομηνία που υπέβαλε την αρχική αίτηση στην ΥΔΕΠ». Είχα ενημερωθεί παράλληλα, για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν προταθεί για αναδιοργάνωση της εν λόγω Υπηρεσίας. Αναφέρει ακομα ότι για το θέμα απέστειλε επιστολή αξιολόγησης προς την αρμόδια Αρχή, ημερομηνίας 26/09/2024, με την οποία ζητούσε την καταβολή των αναδρομικών προς τον αιτητή, αφού η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε δεν ήταν εξ υπαιτιότητάς του και η αρμόδια Αρχή ανταποκρίθηκε, με επιστολή ημερομηνίας 08/10/2024, καταγράφοντας εκ νέου τη θέση της, ότι δεν μπορεί να προχωρήσει στην καταβολή των αναδρομικών, αφού η αίτηση δεν ήταν πλήρης κατά την υποβολή της. Συνεχίζοντας καταγράφει ότι σε ένα επόμενο στάδιο, προχώρησε σε 2η διερευνητική επιστολή προς την αρμόδια Αρχή, ημερομηνίας 20/12/2024, θίγοντας εκ νέου το ζήτημα της χρονικής διάρκειας που απαιτήθηκε για την ενημέρωση άλλων 5 παιδιών για την υποβολή εγγράφων, αλλά και για το γεγονός ότι τα επιπλέον παραστατικά που ζητούνταν για έλεγχο δεν αναφέρονται σε καμία περίπτωση στα παραστατικά που απαιτούνται για την υποβολή της αίτησης, προσθέτοντας ότι στην απάντηση του Γενικού Διευθυντή Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, ημερομηνίας 26/05/2025 γίνεται εκ νέου αναφορά στις διατάξεις της νομοθεσίας και του διατάγματος Κ.Δ.Π. 363/2022, αναφέρεται ότι επιπλέον παραστατικά που ζητούνται και αφορούν τους γονείς/κηδεμόνες αφορούν τον έλεγχο της προϋπόθεσης για συνεχή και νόμιμη διαμονή στη Δημοκρατία. Αναφέρεται ότι, για το παιδί για το οποίο είχε σταλεί η πρώτη διερευνητική επιστολή απουσίαζε το έντυπο του τραπεζικού λογαριασμού (απαραίτητο έγγραφο) και ότι παρόλο που δεν υπάρχει εγκύκλιος που να αφορά την ενημέρωση του/της αιτητή/ριας για έγγραφα που απουσιάζουν, εντούτοις, «από τον Ιανουάριο 2024 όλες οι αιτήσεις παιδιών με αναπηρία εξετάζονται εντός 60 ημερών από την παραλαβή τους και αποστέλλεται αμέσως ενημέρωση για οποιαδήποτε έγγραφα είναι αναγκαίο να προσκομιστούν. Περαιτέρω εξηγείται πως όταν η αίτηση υποβάλλεται σε Σημείο Εξυπηρέτησης Επιδομάτων Πρόνοιας (ΣΕΕΠ) της ΥΔΕΠ, ο έλεγχος ότι τα αναγκαία έγγραφα έχουν προσκομιστεί γίνεται επιτόπου και ο αιτητής ενημερώνεται αμέσως. Προστίθεται ότι «στην περίπτωση που ζητούνται παραστατικά που δεν προβλέπονται στη νομοθεσία ένεκα της ανάγκης για περαιτέρω διερεύνηση της αίτησης, το γεγονός αυτό δε λειτουργεί ανασταλτικά ως προς το να θεωρείται η αίτηση πλήρης και άρα τεκμηριώνεται το δικαίωμα για καταβολή αναδρομικών δικαιωμάτων». Στο πλαίσιο των διαπιστώσεων και Εισηγήσεων της η Επίτροπος αναφέρει ότι η παράλειψη ενημέρωσης των παιδιών-αιτητών για παραστατικά που δεν υποβλήθηκαν εντός εύλογου χρόνου παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές χρηστής διοίκησης, όπως την αρχή της έγκαιρης δράσης και της εξέτασης αιτήσεων εντός εύλογου χρόνου και παράλληλα, συνιστά παραβίαση της Αρχής της Επιμέλειας, η οποία απορρέει από τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και από το Άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκεί και όπου αυτός βεβαίως εφαρμόζεται. Προσθέτει ότι η μη έγκαιρη και εντός εύλογου χρόνου ενημέρωση των αιτητών παραβιάζει επίσης, την Αρχή της Προστασίας της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης, σύμφωνα με την οποία όταν η διοίκηση δημιουργεί στον πολίτη εύλογη προσδοκία- μέσα από πρακτική, συμπεριφορά ή σιωπή- ότι ένα δικαίωμα ή παροχή θα του χορηγηθεί δεν μπορεί να την αναιρέσει χωρίς επιτακτικό λόγο και χωρίς να διαφυλάξει πλήρως τα συμφέροντά του, σημειώνοντας ότι η αποδοχή παραλαβής και εξυπακουόμενη εξέταση της αίτησης για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς έγκαιρη και εντός εύλογου χρόνου προειδοποίηση για ελλείψεις δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση ότι ο φάκελος ήταν πλήρης. Σημειώνει πως η εκ των υστέρων άρνηση καταβολής αναδρομικών παραβιάζει την προστασία αυτής της εμπιστοσύνης, αφού η μη καταβολή αναδρομικών ποσών λόγω κρατικής πρακτικής δημιούργησε προσδοκίες, παραβιάζοντας το Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (ΠΠΠ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Επίσης η Επίτροπος αναφέρει ότι επιπλέον, ένα σοβαρό θέμα που προκύπτει από τα πρόσθετα απαραίτητα έγγραφα που ζητήθηκαν είναι ότι αυτά αφορούν τους γονείς/κηδεμόνες του παιδιού και όχι το ίδιο το παιδί. Η αρμόδια Αρχή έχει αναγνωρίσει ότι, «στην περίπτωση που ζητούνται παραστατικά που δεν προβλέπονται στη νομοθεσία ένεκα της ανάγκης για περαιτέρω διερεύνηση της αίτησης, το γεγονός αυτό δε λειτουργεί ανασταλτικά ως προς το να θεωρείται η αίτηση πλήρης και άρα τεκμηριώνεται το δικαίωμα για καταβολή αναδρομικών δικαιωμάτων», συνεχίζει. Τονίζει επίσης ότι εκεί και όπου δεν υπάρχει υπαιτιότητα του παιδιού ως προς την καθυστέρηση της όλης διαδικασίας, το επίδομα να αποδίδεται αναδρομικά από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ανεξαρτήτως του κατά πόσο αυτή ήταν πλήρης ή μη, νοουμένου ότι στη συνέχεια προσκομίζονται τα απαιτούμενα παραστατικά. Επισημαίνει πως σε κάθε περίπτωση, η Αρχή της Χρηστής Διοίκησης, αλλά και οι διατάξεις της νομοθεσίας για το Ε.Ε.Ε., πρέπει να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται υπό το φως των υποχρεώσεων που απορρέουν τόσο από τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, όσο και τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, οι οποίες υπερισχύουν σε κάθε περίπτωση των νόμων και των διαταγμάτων. Το Πόρισμα διαβιβάστηκε στην Υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας. Κοινοποιήθηκε, παράλληλα, στον Πρόεδρο και τα Μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και την Πρόεδρο και τα Μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών για δικές τους ενέργειες στο πλαίσιο κοινοβουλευτικού ελέγχου, καθώς και στο Γενικό Διευθυντή Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας και τον Προϊστάμενο Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας. Για σκοπούς ενημέρωσης, αναφέρεται, κοινοποιείται και προς την Επίτροπο Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, τη Διευθύντρια Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρία, αλλά και στις έξι οικογένειες των παιδιών με αναπηρία, ενώ παράλληλα δημοσιοποιείται για σκοπούς ενημέρωσης της κοινωνίας. Το Πόρισμα βρίσκεται αναρτημένο στην ιστοσελίδα της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού www.childcom.org.cy στον σύνδεσμο «Επίσημες Θέσεις, Εκθέσεις και Πορίσματα της Επιτρόπου». Read more