Έρευνα ΕΣΚ: Χρήσιμα συμπεράσματα για τη δημοσιογραφία στην Κύπρο
newsare.net
Τις αντιλήψεις του κοινού για την ενημέρωση στην Κύπρο αλλά και την εικόνα που έχουν οι ίδιοι οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι για το επάγγελμΈρευνα ΕΣΚ: Χρήσιμα συμπεράσματα για τη δημοσιογραφία στην Κύπρο
Τις αντιλήψεις του κοινού για την ενημέρωση στην Κύπρο αλλά και την εικόνα που έχουν οι ίδιοι οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι για το επάγγελμά τους, αποτυπώνει και φέτος με σαφήνεια η έρευνα για την κατάσταση της κυπριακής δημοσιογραφίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία CMRC – Cypronetwork Ltd για λογαριασμό της Ένωσης Συντακτών Κύπρου με τη χορηγία της Τράπεζας Κύπρου. Στην έρευνα, η τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγράφονται για ακόμη μία χρονιά ως οι κυριότερες πηγές ενημέρωσης των πολιτών, με ποσοστά που φτάνουν το 72%, ακολουθούμενες από τις διαδικτυακές πύλες (45%) και το ραδιόφωνο (43%). Ο έντυπος τύπος παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα (15%), ενώ μικρότερη απήχηση έχουν ο ελλαδικός και ο ξένος τύπος (10% και 9% αντίστοιχα). Σε ό,τι αφορά το μέσο που προτιμούν περισσότερο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταλαμβάνουν πλέον την πρώτη θέση με 40%, αφήνοντας την τηλεόραση στο 27% και τις διαδικτυακές πύλες στο 21%. Οι νεότερες ηλικίες στρέφονται σχεδόν αποκλειστικά στην ψηφιακή ενημέρωση, ενώ οι μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες παραμένουν πιστές στα παραδοσιακά μέσα. Σε σχέση με την αξιολόγηση των κυπριακών ΜΜΕ, το ραδιόφωνο εξακολουθεί να συγκεντρώνει τους υψηλότερους δείκτες εμπιστοσύνης και θετικής εικόνας, ακολουθούμενο από την τηλεόραση και τις διαδικτυακές πύλες. Η ποιότητα, η αντικειμενικότητα, το ήθος και η δεοντολογία των μέσων παραμένουν στα ίδια επίπεδα με πέρσι, με μέσους όρους μεταξύ 3,1 και 3,3 σε κλίμακα 5 βαθμών, χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις. Το κοινό εξακολουθεί να θεωρεί ότι υπάρχει πολιτική επιρροή (39%) και οικονομική εξάρτηση (36%) στον χώρο των ΜΜΕ, ενώ η αίσθηση περιορισμένης ανεξαρτησίας παραμένει έντονη. Η παραπληροφόρηση και η διάδοση ψευδών ειδήσεων συνεχίζουν να απασχολούν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη. Το 44% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι οι ψευδείς ειδήσεις έχουν μεγάλη ή πολύ μεγάλη διείσδυση στην κυπριακή κοινωνία, ενώ το 37% θεωρεί ότι εμφανίζονται σε μέτριο βαθμό. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θεωρούνται ο βασικός φορέας παραπληροφόρησης (59%), με τις διαδικτυακές πύλες (38%) και την τηλεόραση (38%) να ακολουθούν. Το 69% των πολιτών πιστεύει ότι υπάρχει χειραγώγηση του εκλογικού σώματος, με τους πολίτες να αποδίδουν την ευθύνη κυρίως στα πολιτικά κόμματα (86%), στην κυβέρνηση (82%) και στους ιδιοκτήτες ΜΜΕ (74%). Παρά τη γενική δυσπιστία απέναντι στα μέσα, η εμπιστοσύνη προς τους ίδιους τους Κύπριους δημοσιογράφους παραμένει υψηλότερη από την εμπιστοσύνη προς τα ΜΜΕ. Το 42% των πολιτών δηλώνει ότι εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους, ενώ το 36% εκφράζει εμπιστοσύνη προς τα μέσα ενημέρωσης συνολικά. Αντίστοιχα, το 40% θεωρεί τους δημοσιογράφους αξιόπιστους, ενώ το 41% πιστεύει ότι συχνά κάνουν υπέρβαση εξουσίας. Παράλληλα, το 35% αναγνωρίζει την ύπαρξη εργασιακής ανασφάλειας στον χώρο των ΜΜΕ, ενώ μόλις το 22% εκτιμά ότι οι δημοσιογράφοι απολαμβάνουν πραγματική ελευθερία έκφρασης. Έρευνα μεταξύ των δημοσιογράφων Στο δεύτερο σκέλος της έρευνας, που αφορά αποκλειστικά τους επαγγελματίες δημοσιογράφους, καταγράφεται μια ακόμη πιο σύνθετη και κριτική εικόνα για το επάγγελμα. Επτά στους δέκα δημοσιογράφους δηλώνουν ότι η εντύπωση που είχαν για τη δημοσιογραφία προτού ασχοληθούν επαγγελματικά ήταν καλύτερη από αυτή που αποκόμισαν μέσα από την εργασία τους, με το 32% να απαντά «πολύ καλύτερη» και το 37% «αρκετά καλύτερη». Σε ό,τι αφορά την ελευθερία να εκφραστούν και να δημοσιεύσουν όσα τους απασχολούν, μόλις ένας στους τέσσερις (23%) αισθάνεται «πολύ ελεύθερος», το 44% «αρκετά», ενώ τρεις στους δέκα (32%) δηλώνουν ότι αισθάνονται περιορισμένοι. Η υποστελέχωση (36%) και η βιωσιμότητα των ΜΜΕ (35%) αναδεικνύονται ως τα δύο σοβαρότερα προβλήματα του επαγγέλματος, ενώ η ελευθερία έκφρασης (19%) παραμένει υπαρκτό, αλλά λιγότερο έντονο ζήτημα. Ως δυνατά σημεία της κυπριακής δημοσιογραφίας αναφέρονται η ελευθεροτυπία (30%) και η κριτική θεώρηση (28%), στοιχεία που αποδεικνύουν ότι παρά τις πιέσεις, το επάγγελμα εξακολουθεί να διατηρεί ζωντανό το πνεύμα της ανεξάρτητης σκέψης και του δημόσιου ελέγχου. Σε σχέση με το επαγγελματικό μέλλον, το 56% των δημοσιογράφων δηλώνει ότι επιθυμεί να ολοκληρώσει την καριέρα του στον χώρο, ενώ το 44% εξετάζει εναλλακτικές επαγγελματικές επιλογές. Η ανασφάλεια παραμένει διάχυτη, καθώς μόλις το 19% αισθάνεται «πολύ» ασφαλές στον εργασιακό του χώρο και το 26% «αρκετά», ενώ τέσσερις στους δέκα (36%) δηλώνουν ότι αισθάνονται «λίγη» ή «καθόλου» ασφάλεια. Παράλληλα, σχεδόν οι μισοί δημοσιογράφοι (44%) δηλώνουν ότι έχουν δεχθεί κάποια στιγμή άμεσες ή έμμεσες πιέσεις ή προειδοποιήσεις σχετικά με ρεπορτάζ τους, με το 10% να αναφέρει ότι αυτό συνέβη συχνά. Η συμπεριφορά των ιδιοκτητών ΜΜΕ κρίνεται ως «κακή» από το 37% των επαγγελματιών και «μέτρια» από το 32%, με μόλις 6% να τη χαρακτηρίζει «καλή». Ακόμη πιο αρνητικά αξιολογείται η στάση της πολιτείας, αφού σχεδόν έξι στους δέκα (58%) θεωρούν ότι δεν συμβάλλει καθόλου στην υποστήριξη της κυπριακής δημοσιογραφίας και μόλις 6% πιστεύουν ότι συμβάλλει ουσιαστικά. Αντίστοιχα, το 58% χαρακτηρίζει το νομικό πλαίσιο που διέπει τη δημοσιογραφία στην Κύπρο ως «ανεπαρκές» και το 38% ως «απηρχαιωμένο», γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάγκη θεσμικής μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού. Παρά τις δυσκολίες, η εικόνα για την Ένωση Συντακτών Κύπρου παραμένει θετική. Το 47% των επαγγελματιών δημοσιογράφων κρίνει το έργο της ΕΣΚ ως «θετικό» ή «πολύ θετικό», ενώ σημαντικά ποσοστά θεωρούν ότι η Ένωση χρειάζεται «ενίσχυση» (47%) και «εκσυγχρονισμό» (31%). Στην ερώτηση για το τι θα ήθελαν να πράξει η ΕΣΚ την επόμενη χρονιά, η συντριπτική πλειοψηφία ζητά πιο δυναμική στάση: το 72% θεωρεί ότι πρέπει να πιέσει τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ για καλύτερες συνθήκες εργασίας, το 63% να πιέσει την κυβέρνηση και τα κόμματα για βελτίωση των μισθών και των συνθηκών, ενώ ένας στους δύο ζητά από την Ένωση να εκσυγχρονιστεί περαιτέρω και να ενημερώνει συστηματικότερα τα μέλη της για τα δικαιώματά τους. Η φετινή έρευνα αποτυπώνει μια πραγματικότητα όπου η κυπριακή δημοσιογραφία εξακολουθεί να λειτουργεί με περιορισμένους πόρους και αυξημένες πιέσεις, αλλά παραμένει ζωντανή, με σαφή αίσθηση κοινωνικής ευθύνης και ανάγκη για θεσμική ενίσχυση. Οι πολίτες ζητούν ενημέρωση με αξιοπιστία και ανεξαρτησία, ενώ οι δημοσιογράφοι διεκδικούν καλύτερες συνθήκες, ελευθερία έκφρασης και αναγνώριση του ρόλου τους ως θεμελιώδους πυλώνα της δημοκρατίας. Read more