«Πλημμυρίδα» δικαστικών αγωγών στις ΗΠΑ ακόμη και μια μέρα πριν τις κάλπες
Η φετινή κούρσα για τον Λευκό Οίκο μεταξύ του πρώην Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και της υποψήφιας των Δημοκρατικών, Αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις, χαρακτηρίζεται από κατακλυσμό αγωγών και από τα δύο κόμματα, ακόμη και πριν από την ημέρα των εκλογών.
Οι Δημοκρατικοί ισχυρίζονται ότι οι Ρεπουμπλικάνοι προετοιμάζουν το υπόβαθρο για τον Τραμπ να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα εάν χάσει και να δηλώσει νίκη, όπως έκανε πριν από τέσσερα χρόνια.
«Ο Τραμπ χρησιμοποιεί δικαστικές διαμάχες για να δημιουργήσει μια ‘δομή παραπόνων’ που θα του επιτρέψει να ισχυριστεί ότι είναι ‘θύμα’ όταν χάνει δίκαια», δήλωσε ο Μαρκ Ελάϊας, κορυφαίος δικηγόρος του Δημοκρατικού Κόμματος, ειδικός επί εκλογών.
Διαβάστε ακόμη: Στήριξη J-Lo σε Καμάλα: «Πιστεύω στη δύναμη των Λατίνων-γυναικών» (ΒΙΝΤΕΟ)
Οι Ρεπουμπλικάνοι λένε ότι έχουν «εκλογική ακεραιότητα» με τον Τραμπ να ισχυρίζεται ότι ο μόνος τρόπος που μπορεί να κερδίσει η Χάρις την Τρίτη, είναι εάν οι Δημοκρατικοί «προβούν σε απάτες».
«Γνωρίζω, καλύτερα από τους περισσότερους, την ‘αχαλίνωτη’ εξαπάτηση που έγινε από τους Δημοκρατικούς στις Προεδρικές Εκλογές του 2020», αναφέρει η πλατφόρμα Truth Social.
Ειδικοί εκτιμούν ότι αν ο 78χρονος Τραμπ χάσει η ήττα αυτή τη φορά θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για δικαστικές διαμάχες με κατηγορίες για συνωμοσία για την ανατροπή των αποτελεσμάτων του 2020.
Η Ρεπουμπλικανική Εθνική Επιτροπή (RNC), της οποίας συμπροεδρεύει η νύφη του Τραμπ, Λάρα, έχει καταθέσει περισσότερες από 130 υποθέσεις, κυρίως επικεντρωμένες στις επτά πολιτείες που θα μπορούσαν να κρίνουν τις εκλογές: Αριζόνα, Τζόρτζια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Βόρεια Καρολίνα, Πενσυλβάνια και Ουισκόνσιν.
Οι μηνύσεις που κατατέθηκαν από το RNC και τις συμμαχικές ομάδες στοχεύουν τις διαδικασίες καταμέτρησης των ψηφοδελτίων, τις μηχανές ψηφοφορίας, την εγγραφή ψηφοφόρων, τα ψηφοδέλτια απόντων, την πιστοποίηση των αποτελεσμάτων και μια σειρά άλλα ζητήματα.
Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν επικεντρωθεί ιδιαίτερα στο να αποτρέψουν τους μη Αμερικανούς πολίτες από το να ψηφίσουν.
Οι Δημοκρατικοί έχουν καταθέσει δεκάδες δικές τους αγωγές, επιδιώκοντας να προστατεύσουν την ψηφοφορία μέσω αλληλογραφίας, τα ψηφοδέλτια στο εξωτερικό και να αυξήσουν τον αριθμό των ψηφοδελτίων. Έχουν στρατολογήσει έναν στρατό δικηγόρων για να διεκδικήσουν προεκλογικές και μετεκλογικές διαφορές.
Ο Ντέιβιντ Μπέκερ, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Εκλογικής Καινοτομίας και Έρευνας, είπε ότι πολλές από τις προεκλογικές αγωγές των Ρεπουμπλικανών, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν απορριφθεί, δεν έχουν σκοπό να αποσαφηνίσουν νόμιμα τους κανόνες ψηφοφορίας αλλά να «προετοιμάσουν το έδαφος για ισχυρισμούς ότι οι εκλογές ήταν στημένες».
«Θα δούμε αυτούς τους ισχυρισμούς να αναβιώνουν, ανάλογα με το αποτέλεσμα», είπε ο Μπέκερ κατά τη διάρκεια πάνελ που πραγματοποιήθηκε από την ομάδα υπεράσπισης Free Press.
Οι νομικές προσπάθειες των Ρεπουμπλικανών είναι καλύτερα οργανωμένες αυτή τη φορά από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια, με επικεφαλής τότε τον προσωπικό δικηγόρο του Τραμπ, Ρούντι Τζουλιάνι.
Ο Τζουλιάνι, ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης, κατηγορήθηκε σε Τζόρτζια και Αριζόνα για τις προσπάθειές του να ανατρέψει τα εκλογικά αποτελέσματα και διατάχθηκε να καταβάλει σχεδόν 150 εκατομμύρια δολάρια για δυσφήμιση δύο εργαζομένων στις κάλπες.
Μερικές από τις πιο αξιοσημείωτες προεκλογικές διαφορές έχουν εμφανιστεί στη Γεωργία, όπου ο Μπάιντεν νίκησε τον Τραμπ με λιγότερες από 12.000 ψήφους το 2020 και τα μέλη του εκλογικού συμβουλίου που συμμάχησαν με τον Τραμπ προσπάθησαν να επιβάλουν νέους κανόνες.
Τα δικαστήρια της Τζόρτζια μπλόκαραν τις αλλαγές, μια από τις οποίες θα απαιτούσε καταμέτρηση ψηφοδελτίων με το χέρι και μια άλλη που θα έδινε στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου την εξουσία να αρνηθούν να επικυρώσουν τα αποτελέσματα.
Ο Ντέρεκ Μούλερ, ο οποίος διδάσκει εκλογικό δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Νοτρ Νταμ, είπε ότι ο αριθμός των ψήφων που ενδέχεται να επηρεαστούν από κάθε προεκλογική υπόθεση είναι «πολύ μικρός», 1.000 ή 2.000 ψηφοφόροι ή ψηφοδέλτια.
Ταυτόχρονα, «αν οι εκλογές είναι εξαιρετικά κοντά, και το 2000 στη Φλόριντα κρίθηκαν με 537 ψήφους, τότε όλα έχουν σημασία», είπε ο Μούλερ αναφερόμενος στο πλεονέκτημα του Ρεπουμπλικανού Τζορτζ Μπους, έναντι του Δημοκρατικού Αλ Γκορ.
Το Ανώτατο Δικαστήριο του οποίου κυριαρχούσαν οι συντηρητικοί επέλυσε αμφιλεγόμενα μια διαμάχη για την ανακαταμέτρηση στις εκλογές του 2000 υπέρ του Μπους και θα μπορούσε να κληθεί να διαδραματίσει ξανά έναν ρόλο αυτή τη φορά.
Το Ανώτατο Δικαστήριο παρέμεινε ως επί το πλείστον στο περιθώριο της τρέχουσας εκστρατείας, αλλά παρενέβη την Τετάρτη, επιτρέποντας στην πολιτεία της Βιρτζίνια, υπό την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών, να αφαιρέσει περίπου 1.600 άτομα από τους εκλογικούς καταλόγους επειδή φέρεται ότι δεν ήταν πολίτες των ΗΠΑ.
Πηγή: ΚΥΠΕ