Αριστοτέλους: Ηθική και νομική ευθύνη Τουρκίας να συνεργαστεί για αγνοούμενους
Η Τουρκία φέρει «ηθική και νομική ευθύνη» να συνεργαστεί στο ζήτημα των αγνοουμένων και να δώσει τις αναγκαίες πληροφορίες και πρόσβαση στους χώρους ταφής στα κατεχόμενα, είπε το Σάββατο η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, Άννα Αριστοτέλους στον χαιρετισμό της στην Ημερίδα για το θέμα των αγνοουμένων σε σχέση με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) του 2001 και τη μη εφαρμογή της.
Διαβεβαίωσε ότι η Κυβέρνηση θα καταβάλει «κάθε δυνατή προσπάθεια» για την επίτευξη προόδου στο ζήτημα των αγνοουμένων, εγείροντας το θέμα σε όλες τις επαφές με διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς «για τη διακρίβωση της τύχης και του τελευταίου αγνοούμενου μας».
Η κ. Αριστοτέλους, εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος έθεσε την εκδήλωση υπό την αιγίδα του, στον χαιρετισμό της σημείωσε ότι το ζήτημα των αγνοουμένων «αποτελεί την πιο τραγική και οδυνηρή συνέπεια της τουρκικής εισβολής του 1974 και της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στη χώρα μας, μισό αιώνα τώρα».
Αναφερόμενη στην απόφαση του ΕΔΑΔ της 10ης Μαΐου του 2001, στην προσφυγή της Κύπρου έναντι της Τουρκίας, σημείωσε ότι «πρόκειται για απόφαση σταθμό στο ζήτημα των αγνοουμένων». Πέραν από το νομικό προηγούμενο και την καταδίκη της Τουρκίας, επί της ουσίας αποτέλεσε την απαρχή, και έδωσε το έναυσμα για να αρχίσουν να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων, που υλοποιήθηκε τελικά πέντε χρόνια μετά, πρόσθεσε.
«Η διακρίβωση της τύχης ενός σημαντικού αριθμού των αγνοουμένων μας, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτή την απόφαση», είπε, προσθέτοντας ότι, «αναμφίβολα είναι πολλά αυτά που θα έπρεπε να ακολουθήσουν».
«Χωρίς δεύτερη σκέψη, κανένας δεν μπορεί να δηλώνει ικανοποιημένος, από τη στιγμή που ακόμη και σήμερα η Τουρκία, θέτει μια σειρά από εμπόδια στις ανασκαφικές ενέργειες με αποτέλεσμα το 49% των υποθέσεων αγνοουμένων μας να εξακολουθούν να εκκρεμούν μέχρι σήμερα, με τους δικούς τους να στερούνται το δικαίωμα στην αλήθεια για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων», ανέφερε η κ. Αριστοτέλους.
Ανέφερε ότι η ημερίδα είναι μια πρωτοβουλία που έχει ως στόχο μέσα από τις εισηγήσεις των ομιλητών, «οι οποίοι έχουν αφιερώσει χρόνια στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στη διαφύλαξη της δικαιοσύνης», να καταδείξει τη σημαντικότητα της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την Κύπρο, αλλά παράλληλα να αναζητήσει τρόπους και δρόμους που θα μπορούσαν να ανοίξουν και να υποβοηθήσουν στην εφαρμογή της.
«Η συμβολή τους στη διατήρηση της μνήμης και παράλληλα στη διαφώτιση και ανάδειξη του σοβαρού ζητήματος των αγνοουμένων της Κύπρου είναι ανεκτίμητη», σημείωσε. Μέσα από την εμπειρία τους, πρόσθεσε, «καλούμαστε να εμβαθύνουμε σε σημαντικά ζητήματα και να διερευνήσουμε προοπτικές για την πλήρη εφαρμογή της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Η κ. Αριστοτέλους σημείωσε ότι, τα προσκόμματα από πλευράς Τουρκίας, ταξινομούνται σε τρεις κυρίως άξονες. «Και είναι επ’ αυτών που πρέπει να επικεντρωθούμε, για να συνεχίσουν να ασκούνται πιέσεις προς την Τουρκία ώστε να διαφοροποιηθεί η στάση της προς την ορθή κατεύθυνση στο θέμα των αγνοουμένων μας», δήλωσε.
Ο πρώτος άξονας, σύμφωνα με την κ. Αριστοτέλους, είναι το θέμα της άρνησης της Τουρκίας να παραχωρήσει πρόσβαση σε στοιχεία και πληροφορίες από τα στρατιωτικά της αρχεία, ιδιαίτερα πληροφορίες για τις μαζικές ταφές από τον τουρκικό στρατό μετά την εκκαθάριση των πεδίων μάχης.
Πρόσθεσε ότι ο δεύτερος άξονας είναι το ζήτημα της καταστροφής των χώρων ταφής και της σκόπιμης μετακίνησης λειψάνων. «Δηλαδή, ακόμα και στις περιπτώσεις που οι πληροφορίες που λαμβάνονται είναι ορθές και αξιόπιστες, η Τουρκία αποδεδειγμένα, επιχείρησε μετακίνηση οστών, όπως άλλωστε αποκαλύφθηκε στην περίπτωση με τους αγνοούμενους στο Ορνίθι», ανέφερε.
Ο τρίτος άξονας, είπε, «είναι τα προσκόμματα, τα προβλήματα και τα εμπόδια που με διάφορες προθέσεις θέτει το κατοχικό καθεστώς, προκαλώντας καθυστερήσεις και κωλυσιεργία στις προγραμματισμένες έρευνες και εκταφές, ειδικότερα σχετικά με τις ανασκαφές, εκταφές και έρευνες στις ούτω καλούμενες στρατιωτικές ζώνες».
Ως εκ τούτου, σημείωσε, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, «έθεσε εξ αρχής ως προτεραιότητα το θέμα των αγνοουμένων μας και στο πλαίσιο αυτό, εφαρμόζουμε συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο – πλάνο με συγκεκριμένες δράσεις, που έφερε ήδη θετικά αποτελέσματα».
Σημείωσε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έχει θέσει το θέμα, όχι μόνο στον κατοχικό ηγέτη αλλά και σε ηγέτες ξένων κρατών και κυβερνήσεων και στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, «εντατικοποιώντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις πιέσεις προς την Τουρκία, έτσι ώστε να ξεπεραστούν ή τουλάχιστον να περιοριστούν τα εμπόδια στην έρευνα και τις ανασκαφές, και να πρυτανεύσει η συνεργασία για να δοθεί πρόσβαση σε αρχεία και άλλα στοιχεία, που θα μας βοηθήσουν στη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων μας».
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι ενέργειες για την ετοιμασία νέας Έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους Αγνοούμενους της Κύπρου με τον διορισμό του ευρωβουλευτή Francois Bellamy, είπε.
Αναφέρθηκε επίσης στην «ανάληψη πρωτοβουλίας» από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την κοινή επίσκεψη, με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο της ΔΕΑ πέρυσι τον Ιούλιο, όπου εκδόθηκε και το κοινό ανακοινωθέν, καθώς και την απόφαση του για αύξηση της οικονομικής συνεισφοράς προς τη ΔΕΑ, «με μοναδικό στόχο να δώσει πρόσθετη ώθηση στην ΔΕΑ να την καταστήσει πιο αποτελεσματική και να ενισχύσει την επιχειρησιακή της δυνατότητα ώστε να λειτουργήσει με πιο γοργούς ρυθμούς».
Σύμφωνα με την κ. Αριστοτέλους, η πρόσφατη έκθεση προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στις 30 Οκτωβρίου «αποτυπώνει την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδει η ΕΕ, καθώς και την ενεργή στήριξη της στο Κυπριακό και αποτελούν νέα διάσταση με θετικό αντίκτυπο και στο ζήτημα των αγνοουμένων». Σημείωσε ότι στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Τουρκία είναι και οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων των αγνοουμένων προσώπων και των οικογενειών τους «και η Τουρκία οφείλει να επιτρέψει την αποτελεσματική διερεύνηση για την τύχη των αγνοουμένων μας».
Η κ. Αριστοτέλους αναφέρθηκε και στις αλλαγές σε ότι αφορά τη λειτουργία του Γραφείου της, με βάση το Πρόγραμμα Διακυβέρνησης «κυρίως στην προσέγγιση των ζητημάτων που διαχειριζόμαστε καθημερινά, με επίκεντρο τον άνθρωπο». «Δώσαμε ιδιαίτερη βαρύτητα στην προσπάθεια για αύξηση της ροής πληροφοριών, προωθώντας την ενδυνάμωση της δυνατότητας εξασφάλισης πληροφοριών. Έχουμε καταργήσει τις ανακριτικές μεθόδους αναφορών σε μια συνειδητή προσπάθεια να ξεκλειδώσουμε την επικρατούσα σιωπή και να αξιοποιήσουμε κάθε δυνατή πληροφορία», πρόσθεσε. Σημείωσε ότι η διαδικασία λήψης αναφορών «είναι φιλική προς τους ανθρώπους και διεξάγεται από την Υπηρεσία μας με τρόπο που ωθεί τους πληροφοριοδότες που κατέχουν οποιαδήποτε πληροφορία για τους αγνοούμενους μας ή και τα θύματα να μιλήσουν, χωρίς φόβο για όσα κρατούν μέσα τους για δεκαετίες».
Είναι σημαντικό επίσης να αναφερθεί, πρόσθεσε, ότι τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, «είχαμε στο σύνολο 36 ταυτοποιήσεις εκ των οποίων οι 15 αφορούν το Πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και ένα σημαντικό αριθμό ταυτοποιήσεων επιπρόσθετων οστών ηρώων μας».
Το Γραφείο της, είπε η κ. Αριστοτέλους, εφαρμόζει και τις προσωπικές συναντήσεις με τις οικογένειες των αγνοουμένων, ειδικότερα πριν και μετά την ταυτοποίηση των οστών των αγαπημένων τους ανθρώπων. «Ακολουθούμε πλέον τη διαδικασία της προσωπικής ενημέρωσης, είτε στην Κύπρο είτε στην Ελλάδα, επιδεικνύοντας τον απαιτούμενο σεβασμό σε αυτούς τους ανθρώπους που περίμεναν καρτερικά για πέντε δεκαετίες», είπε μεταξύ άλλων.
Κλείνοντας, διαβεβαίωσε εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, «ότι θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη προόδου στο ζήτημα των αγνοουμένων μας, εγείροντας το θέμα σε όλες τις επαφές με διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς για τη διακρίβωση της τύχης και του τελευταίου αγνοούμενου μας».
Η Τουρκία, πρόσθεσε, «φέρει ηθική και νομική ευθύνη να συνεργαστεί στο ζήτημα των αγνοουμένων, να δώσει τις αναγκαίες πληροφορίες και πρόσβαση στους χώρους ταφής στα κατεχόμενα, και είναι γι’ αυτές τις ευθύνες που αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα συμπεράσματα της σημερινής ημερίδας».
Το ζήτημα των αγνοουμένων «είναι και θα συνεχίσει να αποτελεί μια από τις τραγικότερες συνέπειες της τουρκικής εισβολής και ως πολιτεία οφείλουμε να το αναδεικνύουμε ως ζήτημα που αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα», είπε, καταλήγοντας η κ. Αριστοτέλους.
Πηγή: KYΠΕ